Η αυτόνομη οδήγηση είναι ένα τεχνολογικό επίτευγμα της αυτοκίνησης που μας έρχεται από το μέλλον. Το πρώτο λιθαράκι ωστόσο το έβαλε ένας τυφλός άνδρας στα μέσα του περασμένου αιώνα. Ναι, ναι, αυτός ο άγνωστος «Μπομπ μάστορας» με την επιμονή και την εφευρετικότητά του έχτισε τις βάσεις για μια κατάκτηση της επόμενης γενιάς.
Ralph Teetor: Ένα όνομα, μια ιστορία
Το όνομά του μπορεί σε πολλούς από εμάς να μη λέει πολλά. Όμως ο Ralph Teetor είναι ο άνθρωπος πίσω από την εφεύρεση που άνοιξε τον δρόμο για τα αυτοκίνητα χωρίς οδηγό: το Cruise control. Και είναι και πολύ ωραίος τύπος γιατί τα πράγματα του ήρθαν δύσκολα στη ζωή αλλά δεν μάσησε.
Κι έτσι του χρωστάμε χαλαρές ώρες στην εθνική οδό (τα πόδια μας τον ευγνωμονούν), άνετη οδήγηση για μεγάλες αποστάσεις – άνετη λέω, όχι απρόσεκτη, με παρακολουθείς; - και μια ιδέα που φέρνει την αυτόνομη οδήγηση ένα βήμα πιο κοντά.
Ο επίμονος μηχανικός και η ασθένεια που του στέρησε την όραση
Γεννημένος τον Αύγουστο του 1890, ο Ralph ενδιαφερόταν από πολύ μικρή ηλικία για τα εργαλεία και τα μαστορέματα.
Στα πέντε του χρόνια έχασε την όρασή του. Ο τραυματισμός του ενός ματιού του με μαχαίρι προκάλεσε σε διάστημα ενός χρόνου τη λεγόμενη συμπαθητική οφθαλμία, με αποτέλεσμα την τύφλωση και στα δύο μάτια. Δεν άφησε όμως αυτήν τη δυσκολία να του αλλάξει την πορεία της ζωής που ο ίδιος είχε αποφασίσει να χαράξει. Σε ηλικία δέκα ετών πειραματιζόταν ήδη με τα διάφορα που είχε ο πατέρας του στο εργαστήριό του και κατάφερε να καταλαβαίνει τα μηχανικά αντικείμενα με τα χέρια και να σχεδιάζει δικά του. Έκανε τα χέρια του μάτια, με άλλα λόγια, και κάλυψε την αίσθηση που είχε χάσει, αυτήν της όρασης, αναπτύσσοντας ακόμα περισσότερο αυτή που λειτουργούσε εξαιρετικά, την αφή.
«Η αίσθηση αφής που είχε ήταν θρυλική» έγραφε η κόρη του Marjorie Teetor Meyer στη βιογραφία του, το 1995. «Τα χέρια του ήταν τα μάτια του» θυμάται και ο συνονόματος εγγονός του Ralph Meyer. «Το πρωί των Χριστουγέννων του πήγαινα το αγαπημένο μου παιχνίδι να το “δει”».
Παράλληλα όμως παρέμεινε προσηλωμένος στο να γίνει μηχανικός, παρότι η ζωή συνέχισε να δοκιμάζει να του χαλάσει τα σχέδια. Όταν τελείωσε το σχολείο, πολλά πανεπιστήμια απέρριψαν την αίτησή του να φοιτήσει εκεί, λόγω της αναπηρίας του. Τελικά το 1912 έγινε δεκτός στο Πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια, στο τμήμα Μηχανολόγων Μηχανικών. Πήρε το πτυχίο του και αργότερα επέστρεψε για να κάνει και το μεταπτυχιακό του. Όχι παίζουμε!
Ολοκληρώνοντας τις σπουδές του – είχε στόχο, είπαμε- έπιασε δουλειά στο Ναυτικό, αναλαμβάνοντας τη συντήρηση των ατμοστρόβιλων στα πολεμικά πλοία.
Η επόμενη δουλειά του ήταν στην οικογενειακή επιχείρηση Perfect Circle που έτρεχαν ο μπαμπάς του και τρεις θείοι του, εταιρία παραγωγής δακτυλίων για πιστόνια. Το ταλέντο του, η επιμονή του και η εργατικότητά του τον βοήθησαν να εξελιχθεί (στην Ελλάδα θα λέγαμε ίσως πως είχε βύσμα πατέρα και θείους, αλλά δεν ξέρουμε αν αυτά συνέβαιναν τότε στη μακρινή Ιντιάνα…). Έφτασε μέχρι τη θέση του προέδρου της εταιρείας, ενώ ταυτόχρονα ασχολούνταν και με τα δικά του πιο μικρά πρότζεκτ. Έγινε επίσης πρόεδρος του Οργανισμού Μηχανικών Αυτοκινήτων.
Από το Speedostat στο Cruise Control
Βρισκόμαστε πλέον στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και για λόγους οικονομίας καυσίμου και προστασίας των ελαστικών ορίζεται όριο ταχύτητας τα 35 μίλια την ώρα, 56 ταπεινά χιλιομετράκια, δηλαδή.
Μύθοι και θρύλοι της οικογένειας Teetor λένε πως η γέννηση της αρχικής ιδέας για τον προάγγελο του Cruise Control οφείλεται στο νευρικό πόδι του δικηγόρου του Teetor Harry Lindsay, που ενίοτε εκτελούσε και χρέη σοφέρ του. Μια βόλτα με το αυτοκίνητό του με πολλά σταμάτα – ξεκίνα και γρήγορη εναλλαγή γκαζιού και φρένου του προκάλεσε ναυτία. Και το ανακατεμένο στομάχι του τον έκανε να σκεφτεί πως θα ήταν χρήσιμος ένας μηχανισμός που θα κρατούσε σταθερή την ταχύτητα του οχήματος, ακόμα κι αν ο οδηγός ήταν, σαν τον δικηγόρο του, λίγο άμπαλος.
Κι έτσι εν έτει 1948 γεννιέται το Speedostat και μία δεκαετία αργότερα ολοκληρώνεται ένα, μηχανηματάκι να το πούμε, που μπορούσε με αξιοπιστία να χρησιμοποιηθεί στην αυτοκίνηση. Σε μια πολύ αρχική εκδοχή του απλώς μπλόκαρε το πεντάλ του γκαζιού και δεν επέτρεπε να πατηθεί περισσότερο από όσο οριζόταν.
Αυτό όμως δεν «κλείδωνε» την ταχύτητα, μόνο εμπόδιζε την αλόγιστη επιτάχυνση. Τότε ο Teetor πρόσθεσε κι έναν τέτοιο μηχανισμό κλειδώματος, χρησιμοποιώντας ένα ηλεκτρομαγνητικό μοτέρ. Όταν ο οδηγός πατούσε το φρένο, ο μηχανισμός απενεργοποιούνταν. Το πρώτο βήμα για το μετέπειτα Cruise Control και την απαλλαγή του οδηγού από την έγνοια της σταθερής ταχύτητας είχε μόλις γίνει.
Η ώρα της καταξίωσης για τον εφευρέτη
Το 1958 η Chrysler θέλησε το Speedostat στα αυτοκίνητά της και άρχισε να το διαθέτει προαιρετικά στα πολυτελή μοντέλα της. Τη δεκαετία του 1960 το είχαν όλες οι Cadillac της General Motors και τότε βαφτίστηκε και Cruise Control.
Για κάτι περισσότερο από μία δεκαετία παρέμεινε ένα βολικό αλλά όχι βασικό χαρακτηριστικό των αυτοκινήτων. Αυτό έμελλε να αλλάξει το 1973, όταν ο OPEC (Οργανισμός Εξαγωγών Πετρελαιοπαραγωγικών Χωρών) αποφάσισε να επιβάλει εμπάργκο στις ΗΠΑ. Να μην τα πολυλογούμε, τότε το Cruise Control αναδείχθηκε ως lord and savior στην εξοικονόμηση καυσίμου. Μελέτες αναφέρουν πως το όριο ταχύτητας που επιβλήθηκε σε εθνικό επίπεδο στις ΗΠΑ, λόγω του εμπάργκο, περιόρισε την κατανάλωση κατά 167.000 βαρέλια πετρελαίου την ημέρα.
Η πορεία του Cruise Control και του εμπνευστή του εξελίχθηκαν αντίστροφα. Την ώρα που η εφεύρεσή του κατακτούσε τον κόσμο, τον Teetor τον κατέβαλε η αρθρίτιδα, καταστρέφοντας σταδιακά τα χέρια με τα οποία «έβλεπε».
Ο Teetor πέθανε το 1982 και έξι χρόνια αργότερα εντάχθηκε στο Automotive Hall of Fame. Όσο για το τι θα σκεφτόταν για την πρόοδο που συντελείται στην κατεύθυνση της αυτόνομης οδήγησης, στην οποία συνέβαλε και ο ίδιος, ο εγγονός του λέει: «Ακόμα θαυμάζω την εφεύρεσή του αλλά δεν σχεδίασε το Cruise Control με τη σκέψη πως κάποιος δεν θα οδηγούσε. Εκείνος έζησε σε μια εποχή αναλογική, τώρα βρισκόμαστε σε έναν ψηφιακό κόσμο».